Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

ἐφ' ὁσονοῦν

См. также в других словарях:

  • οσονούν — ὁσονοῡν και ιων. τ. ὁσονῶν (Α) επίρρ. βλ. όσος …   Dictionary of Greek

  • ὁσονοῦν — indeclform (adverb) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • όσος — η, ο (ΑΜ ὅσος, η, ον, Α επικ. ὅσσος, αιολ., λεσβ. τ. ὄσσος, κρητ. τ. ὄζος, και σε επιγρ. ὄττος, η, ον) (αναφ. αντων.) 1. ίδιος κατά ποσότητα, πλήθος, αριθμό, βάρος, χρονική διάρκεια, απόσταση, ισχύ κ.λπ. με κάποιον άλλο (α. «έχω τόσα χρήματα όσα… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»